Aξία της επιχείρησης είναι η ικανότητά της να παράγει, τώρα και στο μέλλον, καθαρό κέρδος για τους μετόχους της.

Η εκτίμηση της αξίας ενός οργανισμού, μιας δραστηριότητας, ενός ενσώματου ή άϋλου παγίου στοιχείου του, αποτελεί σημαντικό εργαλείο για την διοίκηση και τους μετόχους του οργανισμού.
Αυτό βέβαια προϋποθέτει μια συνεχής διαδικασία και όχι απλώς τον καθορισμό μιας τιμής σε κάποια χρονική περίοδο, όπως συνήθως γίνεται όταν προκύψει η ανάγκη σε μια περίπτωση εξαγοράς ή συγχώνευσης, απόσχισης δραστηριοτήτων, χρηματιστηριακών τοποθετήσεων, μεταβιβάσεως μεριδίων, ποσοστών συμμετοχής κ.α.

Σε αρκετές περιπτώσεις, μία επιχείρηση ενώ δεν έχει κέρδη ή παρουσιάζει ζημιές, μπορεί να έχει μία σημαντική αξία αφού οι παράγοντες εκείνοι που επηρεάζουν την αξία εξακολουθούν να υπάρχουν και να διασφαλίζουν τις προοπτικές και την μελλοντική πορεία της επιχείρησης.

Η γνώση της αξίας μιας επιχείρησης και των παραγόντων που την διαμορφώνουν, αποτελεί σημαντικό εργαλείο και ένδειξη για το που βρίσκεται η επιχείρηση και κυρίως για το πως μπορεί μακροπρόθεσμα να βελτιωθεί.

Η εκτίμηση της εύλογης αξίας μίας επιχείρησης ή συγκεκριμένων στοιχείων της, για να είναι αξιόπιστη θα πρέπει να βασίζεται πάντα στην επιλογή ενός ή περισσότερων αποδεκτών οικονομικών μοντέλων, καθώς και στον προσδιορισμό και την ανάλυση των κατάλληλων παραγόντων, οι οποίοι πρέπει να συνεκτιμηθούν και να εισαχθούν στο μοντέλο ή τα μοντέλα που έχουν επιλεχθεί για το σκοπό της κάθε εκτίμησης.

Λειτουργούμε ακέραια, αξιολογώντας αντικειμενικά την επιχείρηση ή το στοιχείο που σας ενδιαφέρει και δίνουμε τις κατάλληλες κατευθύνσεις και συμβουλές για το πώς θα βελτιωθεί η αξία του/της.

Σε περιπτώσεις αποτιμήσεων επιχειρήσεων, η αξίας υπολογίζεται ως η συνισταμένη του τιμήματος που ένας υποψήφιος αγοραστής είναι διατεθειμένος να πληρώσει και του τιμήματος που ο πωλητής είναι διατεθειμένος να δεχθεί προκειμένου να πουλήσει τις μετοχές του.

Ο προσδιορισμός του τιμήματος αυτού γίνεται με την παραδοχή ότι καμία από τις δυο πλευρές δεν είναι εξαναγκασμένη να προβεί σε αγορά ή πώληση και ότι και οι δυο έχουν ικανοποιητική γνώση των στοιχείων των δραστηριοτήτων της επιχείρησης και της κατάστασης της αγοράς στη δεδομένη χρονική περίοδο.

Για τον προσδιορισμό της αξίας χρησιμοποιούνται πολλές μέθοδοι αποτίμησης, ευρύτερα διαδεδομένες και διαφορετικές επιχειρήσεις χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθόδους.

Συνήθως οι εδραιωμένες επιχειρήσεις μετρούν την αξία τους βάσει των πάγιων περιουσιακών στοιχείων τους, της φήμης που έχουν δημιουργήσει και της τεχνογνωσίας που έχουν αποκτήσει. Αντίθετα οι αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις δίνουν μεγαλύτερο βάρος στην δυναμική τους και στα περιθώρια ανάπτυξης τους και καθορίζουν την αξία τους βάση των υφιστάμενων πωλήσεων και των εκτιμήσεων μελλοντικών κερδών.

Οι εκτιμήσεις άϋλων στοιχείων, συνήθως αφορούν στοιχειά του ενεργητικού, όπως εμπορικά σήματα, ειδικές άδειες λειτουργίας, διπλώματα ευρεσιτεχνίας, δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, λογισμικό, βάσεις δεδομένων, εμπορικό απόρρητο, τεχνογνωσία, τα οποία προσδίδουν υπεραξία στην επιχείρηση που τα έχει στη κατοχή της.

Η αποτίμηση των άϋλων στοιχείων βασίζεται στον βαθμό σημαντικότητας τους και συγκεκριμένα στο κατά πόσο αυτά:

  • επηρεάζουν την λειτουργία της επιχείρησης
  • προσδίδουν αξία και ύπαρξη στο πελατολόγιο της μακροχρόνια
  • επιβαρύνουν επιπλέον το κόστος κεφαλαίων της
  • προσδίδουν αναγνωσιμότητα και κύρος στην επιχείρηση

Επιπλέον σημαντικοί παράγοντες που επηρεάζουν την εκτίμηση της αξίας των άϋλων στοιχείων του ενεργητικού είναι:

  • η πιθανότητα μελλοντικής διατήρησης τους
  • η αναγνωσιμότητα ή η αποδοχή τους από την αγορά
  • η ενδεχόμενη συσχέτιση τους με τα λοιπά στοιχεία του ενεργητικού
  • η ωφέλιμη ζωή τους
  • οι συνυφασμένοι με αυτά κίνδυνοι για την επιχείρηση

Επειδή όλοι οι παράγοντες, οι οποίοι επηρεάζουν την αξία μιας επιχείρησης ή συγκεκριμένων στοιχείων της, μεταβάλλονται με το χρόνο είναι σαφές ότι η αξία τόσο της επιχείρησης όσο και των στοιχείων της στο χρόνο μεταβάλλεται.

Ο έλεγχος απομείωσης της αξίας ενός στοιχείου του ενεργητικού, εξασφαλίζει ότι τα εκτιμώμενα περιουσιακά στοιχεία απεικονίζονται σε αξία όχι μεγαλύτερη από το ανακτήσιμο ποσό τους.

Με την διαδικασία αυτή, ο κάτοχος του περιουσιακού στοιχείου εκτιμά σε κάθε ημερομηνία αναφοράς, αν και κατά πόσο υπάρχει οποιαδήποτε ένδειξη ότι το περιουσιακό στοιχείο μπορεί να είναι απομειωμένο και σε περίπτωση που υπάρχει οποιαδήποτε τέτοια ένδειξη, εκτιμά το ανακτήσιμο ποσό του περιουσιακού στοιχείου.

Σε περιπτώσεις όπου ένα άυλο περιουσιακό στοιχείο δεν είναι ακόμη διαθέσιμο προς χρήση, απαιτείται η  εξέταση του για απομείωση τουλάχιστον ετησίως, καθώς η δυνατότητα ενός άυλου περιουσιακού στοιχείου να δημιουργεί επαρκή μελλοντικά οικονομικά οφέλη για την ανάκτηση της λογιστικής αξίας του, υπόκειται συνήθως σε μεγαλύτερη αβεβαιότητα πριν το περιουσιακό στοιχείο είναι διαθέσιμο προς χρήση, παρά εφόσον είναι διαθέσιμο προς χρήση.

Η εκτίμηση της αξίας ακινήτων, δεν αποτελεί εργαλείο μόνο για την αγορά ή την πώληση ενός ακινήτου, είτε για την μίσθωση ή την εκμίσθωσή του αλλά και για τον προσδιορισμό της επενδυτικής αξίας του, ή την χρηματοδότηση ιδιωτών και  επιχειρήσεων αφού συνήθως το ακίνητο αποτελεί ένα σημαντικό περιουσιακό στοιχείο εξασφάλισης του πιστωτή.

Επίσης, η πραγματογνωμοσύνη ενός εκτιμητή αποτελεί σημαντικό στοιχείο σε περιπτώσεις καθορισμού αποζημιώσεων ή διευθέτησης αντιδικιών τόσο μεταξύ ιδιωτικών όσο και μεταξύ δημόσιων φορέων.

Επιπλέον, όσες εταιρείες έχουν στο ενεργητικό τους ακίνητα, είναι αντιληπτό ότι η αποτίμηση της εταιρείας τους (καθαρής θέσης) είναι άμεσα συνδεδεμένη με την αποτίμηση των ακινήτων τους (είτε αυτά ιδιοχρησιμοποιούνται είτε μισθώνονται, είτε εκμισθώνονται).

Έμπειροι εκτιμητές μπορούν να εκτιμήσουν την εύλογη αξία του ακινήτου που σας ενδιαφέρει, σύμφωνα με τα διεθνή εκτιμητικά πρότυπα (International Valuation Standards), για κάθε σκοπό αγοράς, πώλησης, μακροχρόνιας μίσθωσης, εξαγοράς ή συγχώνευσης, αλλά και σε περιπτώσεις αντιδικιών, απαλλοτριώσεων, αποζημιώσεων, ανταλλαγών, αμφισβητήσεων και όλων των περιπτώσεων που απαιτούν δικαστική συνδρομή.